Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

30 χρόνια Ελιμειακά

Με αφορμή τη συμπλήρωση 30 ετών από την πρώτη έκδοση του περιοδικού Ελιμειακά, η Μάρη Θεοδοσοπούλου αναφέρει: Ελιμειακά, 30 χρόνια παρουσίας Με το 67ο τεύ­χος, που κυ­κλο­φό­ρη­σε Δε­κέμ­βριο 2011, το ε­ξα­μη­νιαίο πε­ριο­δι­κό συ­μπλή­ρω­σε τριά­ντα χρό­νια α­διά­λει­πτης πα­ρου­σίας. Ποιος, ό­μως, Αθη­ναίος ή και γε­νι­κό­τε­ρα, Πα­λαιο­ελ­λα­δί­της, εί­ναι τό­σο καλ­λιερ­γη­μέ­νος, ώ­στε να γνω­ρί­ζει τον τό­πο, στον ο­ποίο α­να­φέ­ρε­ται ο τίτ­λος; Κα­νο­νι­κά, ο κα­θέ­νας με ε­γκύ­κλιες σπου­δές, α­φού αρ­κεί να έ­χει ξε­φυλ­λί­σει Θου­κυ­δί­δη, Στρά­βω­να ή Αρι­στο­τέ­λη. Άλλω­στε, η λέ­ξη Ελί­μεια ή Ελι­μεία, α­κό­μη Ελι­μία ή και Ελι­μιώ­τις, ό­πως δια­βε­βαιώ­νουν οι γλωσ­σο­λό­γοι, εί­ναι συγ­γε­νι­κή της λέ­ξης Ελλάς, με κοι­νή πε­λασ­γι­κή ρί­ζα, που ση­μαί­νει υ­ψη­λός. Δη­λα­δή, πρό­κει­ται για το­πω­νύ­μια, ό­λα εκ Πίν­δου αρ­χό­με­να. Προ­λο­γί­ζο­ντας το ε­πε­τεια­κό τεύ­χος ο διευ­θυ­ντής σύ­ντα­ξης Στρά­τος Ηλια­δέ­λης, προσ­διο­ρί­ζει, “για τους μη γνω­ρί­ζο­ντες”, ό­τι η Ελί­μεια ή­ταν τμή­μα της αρ­χαίας Άνω Μα­κε­δο­νίας και κα­τεί­χε με­γά­λο μέ­ρος των Νο­μών Κο­ζά­νης και Γρε­βε­νών. Σε έ­να πα­λαιό­τε­ρο δι­πλό τεύ­χος του 2008 (τχ. 60-61, Ιού­νιος 2008), η αρ­χαιο­λό­γος Γεωρ­γία Κα­ρα­μή­τρου-Με­ντε­σί­δη θυ­μί­ζει ό­τι Άνω Μα­κε­δο­νία, α­πό τον Ηρό­δο­το μέ­χρι τον Κων­στα­ντί­νο Πορ­φυ­ρο­γέν­νη­το, α­πο­κα­λεί­ται η ο­ρει­νή, σε με­γά­λο υ­ψό­με­τρο, Μα­κε­δο­νία, στην ο­ποία πε­ρι­λαμ­βά­νο­νται οι πε­ριο­χές Ελι­μιώ­τις, Λυ­γκη­στίς, Ορε­στίς, Πε­λα­γο­νία, Εορ­δαία. Η α­να­δρο­μή της αρ­χαιο­λό­γου στο ι­στο­ρι­κό και γεω­γρα­φι­κό πλαί­σιο γί­νε­ται και πά­λι σε έ­να εόρ­τιο τεύ­χος του πε­ριο­δι­κού με α­φορ­μή μια προ­η­γού­με­νη ε­πέ­τειο. Τη συ­μπλή­ρω­ση ε­κα­τό χρό­νων του Συλ­λό­γου Κο­ζα­νι­τών Θεσ­σα­λο­νί­κης, που εί­ναι ο εκ­δό­της του πε­ριο­δι­κού. Ο Σύλ­λο­γος ο­νο­μά­ζε­ται «Ο Άγιος Νι­κό­λα­ος», προς τι­μή της ο­μώ­νυ­μης με­τα­βυ­ζα­ντι­νής εκ­κλη­σίας στη γε­νέ­τει­ρα. Άλλω­στε, η πρώ­τη ι­στο­ρι­κή α­να­φο­ρά των Κο­ζα­νι­τών της Θεσ­σα­λο­νί­κης σχε­τί­ζε­ται με το ναό: «...Κα­τά το έ­τος 1905 ε­στά­λη ως α­φιέ­ρω­μα υ­πό των εν Θεσ­σα­λο­νί­κη πα­τριω­τών ο μέ­γας βα­θύη­χος κώ­δων δια το ι­στο­ρι­κόν Κω­δω­νο­στά­σιον του Αγίου Νι­κο­λά­ου, αλ­λ’ ο τυ­ραν­νι­κός Καϊμα­κά­μης (υ­πο­διοι­κη­τής) τό­τε Σου­λεϊμά­ν-Μπέ­ης α­πη­γό­ρευ­σε την α­νάρ­τη­σιν αυ­τού...» Ήδη, α­πό τα μέ­σα του 18ου αιώ­να, α­να­φέ­ρο­νται α­πό­δη­μοι Κο­ζα­νί­τες στη Θεσ­σα­λο­νί­κη, η κύ­ρια ό­μως ε­γκα­τά­στα­σή τους στη συ­μπρω­τεύου­σα έ­γι­νε στα τέ­λη του ε­πό­με­νου αιώ­να. Ο Σύλ­λο­γος ι­δρύ­θη­κε στα ο­θω­μα­νι­κά α­κό­μη χρό­νια, το 1908, με πρώ­το πρό­ε­δρο τον Γεώρ­γιο Πα­πα­δέ­λη, τον με­γα­λύ­τε­ρο α­πό τα τέσ­σε­ρα α­δέλ­φια, που ή­ταν α­νά­με­σα στα εί­κο­σι ι­δρυ­τι­κά μέ­λη. Εκα­τό χρό­νια αρ­γό­τε­ρα, στην κε­φα­λή του Συλ­λό­γου βρί­σκε­ται η Μι­μή Πα­πα­δέ­λη-Πα­πα­να­στα­σίου. Το λεύ­κω­μα για την ε­κα­το­ντα­ε­τία, που εκ­δό­θη­κε το 2009, ι­στο­ρεί ε­κεί­νους που δη­μιούρ­γη­σαν και στή­ρι­ξαν τον Σύλ­λο­γο. Γεν­νιέ­ται, ω­στό­σο, το ε­ρώ­τη­μα, πό­σο μπο­ρεί να εν­δια­φέ­ρει έ­να πε­ριο­δι­κό, που έ­χει ως στό­χο την προ­βο­λή και διά­σω­ση της πνευ­μα­τι­κής και ι­στο­ρι­κής κλη­ρο­νο­μιάς του ε­λι­μεια­κού χώ­ρου. Από μια ά­πο­ψη, ε­λά­χι­στα έως κα­θό­λου, α­φού εί­ναι ζη­τού­με­νο κα­τά πό­σο θα κι­νού­σε το εν­δια­φέ­ρον α­κό­μη κι αν α­γκά­λια­ζε τον ευ­ρύ­τε­ρο ελ­λη­νι­κό χώ­ρο. Και εί­ναι α­να­με­νό­με­νο, ι­δίως σή­με­ρα, που η ά­με­ση προ­τε­ραιό­τη­τα εί­ναι η ε­ναρ­μό­νι­ση με το πα­γκο­σμιο­ποιη­μέ­νο πνεύ­μα. Εμείς, τώ­ρα, τρέ­χου­με με την ελ­πί­δα να προ­λά­βου­με να πιά­σου­με μια θέ­ση στην ευ­ρω­παϊκή ε­ξέ­δρα, έ­στω και στις έ­σχα­τες σει­ρές. Τι να τα κά­νου­με τα το­πι­κά ι­διό­λε­κτα, τα ο­ποία πα­ρου­σιά­ζο­νται κα­τά και­ρούς στο πε­ριο­δι­κό, ό­ταν α­γκο­μα­χού­με στα τα­χύρ­ρυθ­μα τμή­μα­τα γερ­μα­νι­κώ­ν; Ποιος εν­δια­φέ­ρε­ται για την κο­ζα­νί­τι­κη αρ­χι­τε­κτο­νι­κή α­πό τους πε­ρα­σμέ­νους αιώ­νες μέ­χρι σή­με­ρα, που πα­ρου­σιά­ζε­ται σε σει­ρά κει­μέ­νων, βα­σι­σμέ­νων σε πο­λύ­τι­μο αρ­χεια­κό υ­λι­κό, ό­ταν ο­νει­ρευό­μα­στε δια­με­ρί­σμα­τα δια­στά­σεων γη­πέ­δου με μπαλ­κό­νια πρό­σφο­ρα για παρ­κά­ρι­σμα τρο­χο­φό­ρου; Ποιος δια­βά­ζει ε­κτε­νή βιο­γρα­φι­κά α­πό­δη­μων του 17ου και του 19ου αιώ­να, ό­πως τα συ­γκε­ντρω­μέ­να α­πό τον κο­ζα­νί­τη ι­στο­ριο­δί­φη Θε­ο­φά­νη Πά­μπα, τη στιγ­μή που χρειά­ζο­νται ο­δη­γίες για με­τα­νά­στευ­ση στις συν­θή­κες, τις ε­πι­κρα­τού­σες τον 21ο; Αν, ω­στό­σο, στα­μα­τού­σα­με να πά­ρου­με μια α­νά­σα, δεν α­πο­κλείε­ται σε πε­ριο­δι­κά, α­κρι­βώς ό­πως τα «Ελι­μεια­κά», να α­να­κα­λύ­πτα­με έ­ναν δια­φο­ρε­τι­κό και ποιος ξέ­ρει α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τε­ρο μπού­σου­λα. Για πα­ρά­δειγ­μα, στο τεύ­χος για τα τρια­ντά­χρο­να του πε­ριο­δι­κού, ο Χα­ρί­των Κα­ρα­νά­σιος πα­ρου­σιά­ζει έ­να ά­γνω­στο κει­μή­λιο της ι­στο­ρι­κής Κο­βε­ντά­ρειου Δη­μο­τι­κής Βι­βλιο­θή­κης Κο­ζά­νης. Πρό­κει­ται για δυο σπα­ράγ­μα­τα περ­γα­μη­νής α­πό ά­γνω­στο βυ­ζα­ντι­νό κεί­με­νο του 10ου -11ου αιώ­να. Πο­λύς λό­γος γί­νε­ται ε­σχά­τως για τα “φι­λέ­τα” γης προς ε­ξοι­κο­νό­μη­ση πό­ρων. Εκεί­να προ­σφέ­ρο­νται για πώ­λη­ση. Υπάρ­χουν, ό­μως, και τα “φι­λέ­τα” πο­λι­τι­σμού, α­πό τα ο­ποία τα κρά­τη προ­σπο­ρί­ζο­νται αί­γλη, δια­τη­ρώ­ντας την κυ­ριό­τη­τά τους, α­πλώς δια ε­πι­δεί­ξεως. Του­τέ­στιν, δεν εί­ναι μιας χρή­σεως. Ύστε­ρα, την α­πο­κτη­θεί­σα αί­γλη, ι­κα­νοί αρ­γυ­ρα­μοι­βοί και ό­χι αλ­μπά­νη­δες α­πό τις α­με­ρι­κα­νι­κές πα­νε­πι­στη­μιου­πό­λεις, την α­νταλ­λάσ­σουν με χρυ­σό. Συ­νο­ψί­ζο­ντας, μην πε­ρι­φρο­νεί­τε τα πε­ριο­δι­κά, που, ως λέ­γε­ται πε­ρι­παι­κτι­κά, μυ­ρί­ζουν να­φθα­λί­νη. Το μό­νο που δεί­χνουν πα­ρό­μοιες ε­κτι­μή­σεις εί­ναι την κο­ντό­θω­ρη νοο­τρο­πία, που έ­χει ε­πι­κρα­τή­σει. Μ.Θ.